
Σύγχρονες έρευνες στην ψυχολογία υπογραμμίζουν την καθοριστική σημασία της ψυχικής ανθεκτικότητας για την καλή ψυχική υγεία στους ενήλικες. Ως ψυχική ανθεκτικότητα περιγράφεται η δυνατότητα του ενήλικα να φροντίζει και να προστατεύει τον εαυτό του, όταν αντιμετωπίζει ψυχικά δυσάρεστα γεγονότα. Κάθε ματαίωση μπορεί να βιωθεί σαν ένα επιβαρυντικό για τον εαυτό συμβάν, μέσα στο πλαίσιο της ενήλικης κοινωνικής ζωής. Είναι επομένως μέσα από τη διάδραση με τους άλλους τότε που η ψυχική ανθεκτικότητα αποβαίνει αναγκαία. Πολλές σύγχρονες έρευνες επιβεβαιώνουν το ρόλο της στη χαμηλή πιθανότητα εμφάνισης κατάθλιψης και χρόνιου στρες. Ενδυναμώνεται στην ενήλικη ζωή, αλλά οι βάσεις της κατακτώνται και διαμορφώνονται μέσα από την εξέλιξη της πρώτης-πρώτης σχέσης.
Μέσα στο πλαίσιο της αλληλεπίδρασης μητέρας-βρέφους, το βρέφος είναι ικανό να αποκομίσει όλα εκείνα τα στοιχεία που θα το βοηθήσουν να αναπτύξει αίσθηση εαυτού και ψυχική ανθεκτικότητα. Στοιχεία που θα το βοηθήσουν να έχει αυτογνωσία, συνείδηση των ορίων του και των δυνάμεών του, να προστατεύεται, να κατανικά το φόβο, και να προσλαμβάνει το περιβάλλον και τους άλλους ως ασφαλή και φιλικά προς εκείνο σημεία. Όλα αυτά τα ψυχολογικά οφέλη είναι αποτελέσματα μιας αρκετά καλής μητρικής παρουσίας, η οποία έχει παράξει ικανοποιητική φροντίδα στο βρέφος, έχει απαντήσει στα κελεύσματά του και το έχει παρηγορήσει όταν εκείνο βίωνε συναισθήματα άγχους, φόβου και ανασφάλειας.
Ας θυμηθούμε ότι οι πρώτες στιγμές ζωής του βρέφους, στιγμές που κρατούν μήνες και χρόνια, διακρίνονται από την απόλυτη και ζωτική εξάρτηση που διατηρεί προς τη μητέρα. Ο τρόπος που θα φερθεί η μητέρα-φροντιστής στο βρέφος ενυπάρχει αργότερα ως ενδοβεβλημένο μοντέλο στον τρόπο που ο ενήλικας θα φροντίσει, προστατεύσει και παρηγορήσει τον εαυτό του.
Πώς όμως ενισχύονται μέσα από τις πρώιμες αλληλεπιδράσεις χαρακτηριστικά που επιδρούν στην ενήλικη ευεξία;
Η σύγχρονη ψυχολογία ρίχνει φως σε αυτό το ερώτημα, θέτοντας στο επίκεντρο τη σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσα στη μητέρα και στο βρέφος. Πιο συγκεκριμένα, η ποιότητα της αλληλεπίδρασης που διαμορφώνεται ανάμεσα τους είναι εκείνη που θα καθορίσει σε σημαντικό βαθμό την καλή ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξη του. Η αλληλεπίδραση βασίζεται στη μη λεκτική επικοινωνία που ξεκινά αμέσως μετά τη γέννηση. Από την πλευρά του το βρέφος, ανίκανο ακόμα να εκφράσει προφορικά οποιαδήποτε διάθεση, χρησιμοποιεί το γέλιο, το κλάμα, το χαμόγελο, εκφράσεις δυσαρέσκειας και ευχαρίστησης που θα το βοηθήσουν να επικοινωνήσει στη μητέρα αυτό που βιώνει στο πλαίσιο της σχέσης τους. Από τη δική της πλευρά η μητέρα χρησιμοποιεί το βλέμμα, τον ήχο της φωνής, το άγγιγμα για να επικοινωνήσει όσα αισθάνεται στο βρέφος. Αυτές οι εκφράσεις αποτελούν μορφές μη λεκτικής επικοινωνίας και αποσκοπούν στη δόμηση ενός δεσμού ανάμεσα στα δύο μέλη.
Η ανάπτυξη του δεσμού έχει κατηγοριοποιηθεί σε τέσσερα στάδια. Τα πρώτα τρία λαμβάνουν χώρα τον πρώτο χρόνο ζωής του βρέφους, ενώ το τέταρτο κατά τον τρίτο χρόνο ζωής του. Στην αρχή το βρέφος, δεν αναγνωρίζει μια κύρια φροντιστική φιγούρα ως ένα κοντινότερο σε εκείνο πρόσωπο. Χαμογελά και αντιδρά σε όσους το προσεγγίζουν με τον ίδιο τρόπο. Ωστόσο, ο μη λεκτικός διάλογος που αναπτύσσεται ανάμεσα σε εκείνο και τη μητέρα αποσκοπεί και, εφόσον όλα εξελιχθούν ομαλά, πετυχαίνει την αύξηση εγγύτητας μεταξύ τους. Όταν επιτευχθεί, το μωρό πλέον αναγνωρίζει τη μητέρα ως κύρια φροντιστική φιγούρα, της χαμογελάει, την αποζητάει, την επιβραβεύει όταν το ευχαριστεί και της κλαίει όταν του στερεί.
Όσο πιο καλή είναι η φροντιστική φιγούρα, τόσο περισσότερα τα ψυχολογικά οφέλη για το μωρό. Μια καλή φιγούρα είναι εκείνη που θα ικανοποιήσει στο μέγιστο δυνατό τις ανάγκες του βρέφους και θα απαντάει αρκετά ικανοποιητικά σε όσα ζητάει. Τα οφέλη μιας αρκετά καλής φροντιστικής φιγούρας αντανακλώνται στην αίσθηση που αναπτύσσει το βρέφος για τον εαυτό του, για το περιβάλλον του και για τους σημαντικούς άλλους της ζωής του. Το βρέφος έτσι θα καταφέρει να αναπτύξει μια σαφή αίσθηση εαυτού, ενώ ταυτόχρονα θα καταγράψει το περιβάλλον του ως ασφαλές και σταθερό.
Αν παρατηρήσει κανείς πώς αλληλεπιδρούν οι νέες μητέρες με τα βρέφη τους, δε θα δυσκολευτεί να διακρίνει τη μαγευτική χημεία που τους περιβάλλει. Το βρέφος αποζητά, η μητέρα παρέχει. Το βρέφος επιδοκιμάζει, η μητέρα ηρεμεί. Αυτή η μαγευτική χημεία ενεργοποιείται φυσικά, εξελίσσεται ομαλά, ενώ αποτελεί σημείο ενός άρτιου συντονισμού ανάμεσα τους.
Συντονισμός ο οποίος διαμορφώνεται όσο το βρέφος μεγαλώνει. Και που οι συνέπειες του διαφαίνονται μέχρι και τα βάθη της ενήλικης ζωής, μέσα στις αποχρώσεις του “σχετίζεσθαι” με τον εαυτό, αλλά και με τους άλλους. Μέσα στην ψυχική ανθεκτικότητα του ενήλικα.